Το γατάκι μου την άρπαξε

της Ευρυδίκης Μαντέλη

Η τηλεόραση παίζει διαφημίσεις ενώ εγώ διαβάζω ένα βιβλίο. Είμαι απορροφημένη αλλά κάτι μου αποσπά τη προσοχή. Κάτι δεν πάει καλά. Σηκώνω το κεφάλι και κοιτάζω έξω από το παράθυρο. Όλα είναι ασπρόμαυρα! Τα Πουλιά του Χίτσκοκ με κοιτάζουν από τα δέντρα απέναντι με το λαμπερό μοχθηρό τους μάτι και κάπου στη γωνία ίπταται το σηματάκι της ΥΕΝΕΔ. Περιμένω να εμφανιστεί η Κέλυ Σακάκου και να μου πει τις ειδήσεις. Αντί, όμως, για εκείνη την βραχνή, γεμάτη κύρος φωνή της που δεν αφήνει αμφιβολία για
όσα λέει, ακούγεται μια άλλη φωνή:

“Αχουουου! Καλέ! Το γατάκι μου την άρπαξε!”


Γυρίζω περιμένοντας να δω τον Σταύρο Παράβα να κάνει τον γκέι με εκείνον τον καταστροφικά απενοχοποιημένο και τελείως πολιτικά
λάθος τρόπο που έκανε τις ταινίες του επιτυχίες. Αντί για αυτόν βλέπω κάποιον άλλον, σε παρόμοιο στυλ, όμως, να θρηνεί με
ασπρόμαυρα δάκρυα πάνω σε ένα τυλιγμένο μέσα σε πετσέτα
γατάκι. Σηκώνει βιαστικά το τηλέφωνο και λέει: “[όνομα τηλεφωνικής
εταιρείας]; Βρείτε μου ένα διανυκτερεύον νοσοκομείο ΤΩΡΑ! Α, ο Ευαγγελισμός. (η γάτα φεύγει) Που πάς χρυσό μου;”

Την ίδια στιγμή μπαίνει ο σωσίας του Νίκου Ξανθόπουλου και με το
δικαίωμα που του δίνει το γεγονός ότι είναι λευκός ετεροφιλόφυλος άντρας αρπάζει με περιφρόνηση το ακουστικό από τον άλλον άντρα, κάνοντας μάλιστα μια χειρονομία σαν να είναι έτοιμος να τον χτυπήσει, και λέει με έμφαση:
“Δεν είναι για άνθρωπο. Για ζώο πρόκειται!”

11880-02
Τι βλέπουν τα μάτια μου; Ένα ζώο που κρατά ένα γατάκι!

Το κεφάλι μου γεμίζει με τόσα καμπανάκια συναγερμού που χάνω το μέτρημα. Τι συμβαίνει εδώ; Που βρίσκομαι; Πως νόμιζα ότι βρίσκομαι στην εποχή που το να είσαι γκέι είναι αποδεκτό ενώ το να απειλείς με βία δεν είναι; Πως νόμιζα ότι είναι απαράδεκτο να αποκαλείς κάποιον
ζώο για οποιονδήποτε λόγο, πολύ περισσότερο λόγω των σεξουαλικών του προτιμήσεων; Και πως νόμιζα ότι το να αγαπάς τα ζώα και να τα φροντίζεις είναι ένδειξη ανθρωπιάς και υποχρέωση και
όχι υπερβολή;

Τρίβω τα μάτια μου και ξανακοιτάζω. Ναι, καλά νόμιζα. Βρίσκομαι, όντως, στο 2015. Τα πάντα έχουν γίνει πάλι έγχρωμα και οι υγροί
κρύσταλλοι στην 40ρα LCD τηλεόρασή μου τα δίνουν όλα. Η οθόνη
αναβοσβήνει καθησυχαστικά στον ρυθμό των διαφημίσεων. Δεν ήταν τίποτα. Απλά μια ηλίθια διαφήμιση. Όλα είναι καλά, λέω στον εαυτό μου. Λανθάνοντα υπολείμματα μιας άλλης εποχής που έχει
πια περάσει ανεπιστρεπτί.

Και τότε με χτυπάει η επόμενη διαφήμιση!

Άντρας: “Τι έγινε; Δεν βρήκες;”

Γυναίκα: “(νιαουρίζοντας) Γιώργοοοο, δεν υπάρχει τίποτα. Όλα τα
καΐκια έχουν πάει σε ένα ναυάγιο. Πρέπει να έχει γίνει κάτι πολύ σοβαρό.”

Άντρας: “Να πάρω να δω τι έχει γίνει, ε; (παίρνει τηλέφωνο)Ναι; [όνομα τηλεφωνικής εταιρείας]; Ένα καϊκάκι για το Ναυάγιο θέλουμε.

Γυναίκα: “Γιώργο, τρελάθηκες; Θα πάμε κι εμείς στο ναυάγιο; Είναι
επικίνδυνο.”

Άντρας: “(κοιτάζοντας την κάμερα με αγανάκτηση) Συνεννόηση ναυάγιο!”

Τα πόδια μου λυγίζουν. Κάθομαι κάτω και παίρνω βαθιές ανάσες. Τι στο καλό συμβαίνει εδώ; Ποια είναι αυτή; Από που είναι; Σίγουρα όχι από την Ελλάδα γιατί αν ήταν Ελληνίδα σίγουρα θα γνώριζε το Ναυάγιο, μία από τις πιο διάσημες και τουριστικές παραλίες της
χώρας. Εκτός και αν αυτή η γυναίκα πέρασε τα τελευταία 20 χρόνια της ζωής της κλειδωμένη σε ένα υπόγειο. Και τι κάνει με αυτόν τον άγνωστο άντρα που προφανώς δεν την γνωρίζει γιατί αν την
γνώριζε θα ήξερε ότι ήταν κλεισμένη στο υπόγειο και δεν ξέρει το Ναυάγιο και δεν θα αγανακτούσε. Αυτός ποιος είναι; Γιατί βρέθηκε να κάνει διακοπές με μια άγνωστη (και προβληματική) γυναίκα και γιατί προσβάλλει την αναπηρία της; Και αφού δυσανασχετεί τόσο πολύ με την παρέα του γιατί παίρνει τηλέφωνο για να μάθει τα δρομολόγια για το Ναυάγιο και δεν παίρνει να μάθει τα δρομολόγια για την επιστροφή στο σπίτι του;

Έλα, Αλέκο! Είχες δίκιο! Όταν προσποιούμαι ότι οι γυναίκες είναι χαζές ξεχνάω ότι είμαι βλάκας.
Έλα, Αλέκο! Είχες δίκιο! Όταν προσποιούμαι ότι οι γυναίκες είναι χαζές ξεχνάω ότι είμαι βλάκας.

Πολύ απασχολημένη με όλες αυτές τις σκέψεις δεν έχω πάρει χαμπάρι το όραμα της Μαρίας Ιωαννίδου που έχει καθίσει μπρούμυτα στον καναπέ δίπλα μου και κουνάει ρυθμικά τα κοτλέ
μπατζάκια καμπάνες που φοράει. Για να μου τραβήξει την προσοχή κάνει μια μεγάλη τσιχλόφουσκα και την αφήνει να σκάσει δίπλα στο αυτί μου. Όταν γυρίζω να την κοιτάξω μου χαμογελάει ειρωνικά. Στην αρχή νομίζω ότι το χαμόγελο είναι για την τσιχλόφουσκα αλλά μετά καταλαβαίνω ότι η ειρωνεία της οφείλεται σε κάτι πολύ χειρότερο.

“Σήμερα έχουμε… (αναφέρει λίστα με παραδοσιακά φαγητά)… και για γλυκό φρυγανιά, φριτούρα και μαντολάτο.”

Η φωνή βγαίνει πάλι από την τηλεόραση και ανήκει σε έναν σερβιτόρο που περιμένει να πάρει παραγγελία. Στο τραπέζι μπροστά του κάθονται ο περίεργος άντρας και η προβληματική
γυναίκα.

Γυναίκα: “(με περηφάνια) Το μαντολάτο το ξέρω!”

(Η κακομοίρα, σκέφτομαι. Τουλάχιστον αναγνώρισε το μαντολάτο. Ίσως να μην ήταν έγκλειστη σε κάποιο υπόγειο τελικά αλλά
να είχε κάποιο ατύχημα και να έπαθε αμνησία. Ναι, έτσι εξηγείται!
Γι αυτό δεν ξέρει τίποτα. Και γι αυτό ο περίεργος άντρας δεν την αφήνει. Είναι κάποιος συγγενής της που με αγάπη την βοηθά να συνέλθει.)

Άντρας: “Που το ξέρεις;”

(Η θεωρία μου αρχίζει να τρίζει. Η ερώτηση είναι λάθος. Κανονικά δεν θα έπρεπε να την ρωτήσει κάτι του στυλ: “Αγάπη μου, το  θυμήθηκες;” ή κάτι τέτοιο;)

Γυναίκα: “Το ‘χω δει.”

Άντρας: “(ειρωνικά) Στο γήπεδο; “

(I beg your pardon? – Γιατί αυτός ο περίεργος άντρας ειρωνεύεται αυτήν την εμφανώς προβληματική γυναίκα; Γιατί δεν σέβεται την αναπηρία της; Και γιατί την ρωτάει κάτι τόσο άσχετο όπως το γήπεδο; Τι σχέση μπορεί να έχει αυτή με το γήπεδο; Με την ίδια λογική θα μπορούσε να την ρωτήσει κάτι όπως “Στο εργαστήριο
δειγματοληπτικής φυγοκέντρισης σεληνιακών πετρωμάτων της
ΝΑΣΑ;” Πρέπει να δω παρακάτω για να καταλάβω τι τρέχει.)

Γυναίκα:”Όχι καλέ! Στο σινεμά! Το μαντολάτο του
Λοχαγού…”

Άντρας: “(την διακόπτει) Κο! Κο!Κο! (ήχος κότας;) Άστο, άστο. (στον
σερβιτόρο) Δύο κοκοράκια.”

Σερβιτόρος: “Ευχαριστώ! (χαμόγελο αντρικής συνεννόησης)”

Άντρας: “(ανταποδίδοντας το χαμόγελο) Να ‘στε καλά!”

'Οταν σου κάνω έτσι σημαίνει ότι θέλω να μιλάς πιο πολύ Άλλωστε ξέρεις τι μου αρέσει να ακούω.
‘Οταν σου κάνω έτσι σημαίνει ότι θέλω να μιλάς πιο πολύ.  Άλλωστε ξέρεις τι μου αρέσει να ακούω.

Το όραμα της Μαρίας Ιωαννίδου δίπλα μου έχει σκάσει στα γέλια. Για την ακρίβεια έχει πέσει κάτω και χτυπιέται γελώντας τόσο δυνατά που υπάρχει σοβαρός φόβος να καταπιεί την τσίχλα του. Ο κόσμος έχει γίνει πάλι ασπρόμαυρος και από μπροστά μου παρελαύνει με
βήματα Καν Καν η Λάιζα Μινέλι ντυμένη όπως στο “Καμπαρέ”
τραγουδώντας στα ελληνικά “Καλωσήρθατε στην άγρια δεκαετία
του ‘50. Τότε που οι γυναίκες ήταν πραγματικές γυναίκες, οι άντρες ήταν πραγματικοί άντρες και οι γκέι απλά δεν υπήρχαν. Καλωσήρθατε στην Ελλάδα του 2015!”

Από έξω ακούγονται κανονιοβολισμοί και πέφτουν πυροτεχνήματα. Οι (χαζές) γυναίκες φορώντας φουρό απλώνουν σεντόνια στις αυλές και οι (μάγκες) άντρες φορώντας κοντομάνικα πουκαμισάκια περπατάνε στους δρόμους σφυρίζοντας και κρατώντας από ένα τρανζίστορ κολλημένο στο αυτί. Στην αυλή μου ο Μεταξόπουλος και το μπαλέτο του κάνουν χορευτικά προσέχοντας να μην τους πέσει καμία στάμνα στο κεφάλι ενώ πιο πίσω ο άντρας της διαφήμισης τραγουδάει με την φωνή της Ρένας Βλαχοπούλου: “Στο κοτέτσι έχουμε πάρει, ένα νέο πετεινάρι, κο κο κο κο κο κο κο!” Βάζω τα χέρια στα μάγουλα σε μία ζωντανή απομίμηση της Κραυγής του Έντβαρκ Μουνκ και ουρλιάζω βουβά ενώ η Γη γυρίζει με την Ελλάδα αιώνια
κολλημένη στην limbo της άγριας δεκαετίας του ‘50!

(Δημοσιεύθηκε στο τεύχος νο 2 του SELENE που κυκλοφορεί)

One thought on “Το γατάκι μου την άρπαξε”

Σχολιάστε